compadrazgo - ορισμός. Τι είναι το compadrazgo
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι compadrazgo - ορισμός


compadrazgo      
Sinónimos
sustantivo
Antónimos
sustantivo
compadrazgo      
compadrazgo
1 m. Relación o parentesco de compadre. Cuñadería.
2 *Compadraje.
compadrazgo      
sust. masc.
1) Conexión o afinidad que contrae con los padres de una criatura el padrino que la saca de pila o asiste a la confirmación.
2) Compadraje.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για compadrazgo
1. Por un lado, claro está, sensaciones gratificantes de empatía, solidaridad, compadrazgo.
2. Ahora hay un reglamento, existe una ley, se otorgan permisos con la ley y no de manera discrecional, sin compadrazgo o interés o de amigos", sostuvo.
3. Del Conde Ugarte sostuvo÷ "Queremos que la ciudadanía conozca todo, también lo de Santiago Creel, porque no se hace discrecionalmente, no se hace bajo el amparo del amiguismo, del compadrazgo.
4. Con la apertura de la información relacionada a la entrega de permisos para la instalación de casas de juego en el país, se demostrará en qué casos imperó el amiguismo y el compadrazgo y en qué otros se autorizaron con apego a la norma, adelantó Jaime del Conde Ugarte, legislador panista y presidente del Comité de Administración de la Cámara de Diputados.
Τι είναι compadrazgo - ορισμός